Ενδομητρική σπερματέγχυση (IUI)
Η ενδομητρική σπερματέγχυση αποτελεί την πιο παλαιά και απλή μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Η εφαρμογή της ενδείκνυται σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών με υγιείς και διαβατές σάλπιγγες. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι οι παράμετροι του σπέρματος του συζύγου να βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα, σύμφωνα με τα κριτήρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO).
Η διαδικασία περιλαμβάνει τη συλλογή σπέρματος, το οποίο υποβάλλεται σε κατάλληλη επεξεργασία καθαρισμού και ενεργοποίησης στο εργαστήριο.
Στη συνέχεια, το επεξεργασμένο δείγμα εναποτίθεται στη μήτρα της γυναίκας, με τη βοήθεια ενός λεπτού καθετήρα.
Κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF)
Η εφαρμογή της κλασικής εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) ενδείκνυται στις περιπτώσεις που η υπογονιμότητα οφείλεται σε απόφραξη ή έλλειψη των σαλπίγγων, ενδομητρίωση, ήπια ολιγοζωοσπερμία, δυσλειτουργία των ωοθηκών και άγνωστη αιτία (unexplained infertility).
Το πρώτο στάδιο της διαδικασίας περιλαμβάνει τη διακολπική λήψη των ωαρίων από τη γυναίκα (ωοληψία) και ακολούθως τη συλλογή σπέρματος από τον άνδρα.
Μερικές ώρες μετά την ωοληψία, τα ωάρια τοποθετούνται μαζί με τα σπερματοζωάρια μέσα σε καλλιεργητικό υλικό, όπου επωάζονται για 18 ώρες περίπου.
Η κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση θεωρείται ως η λιγότερο παρεμβατική μέθοδος, καθώς το πιο "ικανό" σπερματοζωάριο είναι αυτό που θα γονιμοποιήσει το ωάριο.
Ενδοωαριακή έγχυση σπερματοζωαρίου / Μικρογονιμοποίηση (ICSI)
Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα σπερματοζωάρια αδυνατούν να γονιμοποιήσουν τα ωάρια με τη μέθοδο της κλασικής εξωσωματικής γονιμοποίησης. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται όταν οι παράμετροι του σπέρματος (αριθμός, κινητικότητα, μορφολογία) είναι κάτω των φυσιολογικών ορίων. Η μικρογονιμοποίηση είναι η μοναδική μέθοδος επιλογής σε αυτές τις περιπτώσεις.
Η μέθοδος της μικρογονιμοποίησης περιλαμβάνει την έγχυση ενός μοναδικού σπερματοζωαρίου στο εσωτερικό του ωαρίου με τη βοήθεια μίας πολύ λεπτής βελόνας. Η διαδικασία προϋποθέτει τη χρήση εξειδικευμένου τεχνικού εξοπλισμού από έμπειρο εμβρυολόγο. Η μέθοδος της μικρογονιμοποίησης δίνει τη δυνατότητα σε ζευγάρια, που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα ανδρικής υπογονιμότητας, να αποκτήσουν παιδί.
Καλλιέργεια ως το στάδιο της βλαστοκύστης
Η εξέλιξη των καλλιεργητικών υλικών καθώς και η βελτίωση των συνθηκών καλλιέργειας, παρέχουν τη δυνατότητα καλλιέργειας των εμβρύων στο εργαστήριο, έως το στάδιο της βλαστοκύστης.
Η βλαστοκύστη είναι το αναπτυξιακό στάδιο του εμβρύου, την 5η ή 6η ημέρα μετά τη γονιμοποίηση και αποτελείται από περίπου 100 κύτταρα. Στο στάδιο αυτό παρατηρείται η διαφοροποίηση των κυττάρων του εμβρύου σε:
α) μία εξωτερική στοιβάδα κυττάρων (τροφοβλάστη), από την οποία θα σχηματιστούν οι δομές του πλακούντα και
β) σε μία εσωτερική στοιβάδα κυττάρων (εμβρυοβλάστη) από την οποία θα προκύψουν οι δομές του εμβρύου.
Το ποσοστό επιτυχίας μετά από καλλιέργεια και εμβρυομεταφορά βλαστοκύστης είναι υψηλό.
Εντούτοις, δεν ενδείκνυται η εφαρμογή της σε όλες τις περιπτώσεις καθώς δεν καταφέρνουν όλα τα έμβρυα να μεγαλώσουν έως το στάδιο αυτό.
Ο εμβρυολόγος, θα αξιολογήσει τη δυναμική των εμβρύων τη δεύτερη ή τρίτη ημέρα μετά τη γονιμοποίηση.
Κρυοσυντήρηση ωαρίων – εμβρύων
Η συνεχής πρόοδος στο χώρο της εξωσωματικής γονιμοποίησης, έχει συχνά σαν αποτέλεσμα να προκύπτει μεγάλος αριθμός καλής ποιότητας εμβρύων σε κάθε θεραπευτικό κύκλο. Από αυτά ο εμβρυολόγος θα επιλέξει “τα καλύτερα” για να μεταφερθούν στο σώμα της γυναίκας. Προκύπτει επομένως η ανάγκη κρυοσυντήρησης τον πλεονάζοντων εμβρύων που κρίνονται κατάλληλα για το σκοπό αυτό.
Αντίστοιχα, σε περιπτώσεις γυναικών που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία/ ακτινοθεραπεία πριν την τεκνοποίηση ή εμφανίζουν πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, σοβαρή ενδομητρίωση, ωοθηκικές κύστεις ή επιθυμούν να καθυστερήσουν τη μητρότητα, προκύπτει η ανάγκη κρυοσυντήρησης ωαρίων προκειμένου να διαφυλάξουν τη γονιμότητά τους.
Η κρυοσυντήρηση των ωαρίων/ εμβρύων πραγματοποιείται με τη μέθοδο της υαλοποίησης (vitrification). Κατά την υαλοποίηση τα ωάρια/ έμβρυα εκτίθενται σε μικρό όγκο κρυοπροστατευτικού υγρού, το οποίο τα προστατεύει από το stress που προκαλείται λόγω της ταχύτατης πτώσης της θερμοκρασίας έως τους -196°C. Κατόπιν, τα ωάρια/ έμβρυα φυλάσσονται σε δοχεία υγρού αζώτου όπου μπορούν να παραμείνουν μέχρι να χρησιμοποιηθούν σε ένα μελλοντικό κύκλο.
Για την κρυοσυντήρηση ωαρίων/ εμβρύων το ζευγάρι θα πρέπει προηγουμένως να έχει προσκομίσει στη μονάδα τις απαραίτητες ανοσολογικές εξετάσεις (Ηπατίτιδας B & C, HIV και σύφιλης) προκειμένου το γενετικό τους υλικό να αποθηκευτεί στα αντίστοιχα δοχεία για αποφυγή μολύνσεων των δειγμάτων.
Κρυοσυντήρηση σπέρματος – ορχικού ιστού
Η κρυοσυντήρηση σπέρματος πραγματοποιείται με την προσθήκη κρυοπροστατευτικού υγρού, που προστατεύει τις κυτταρικές δομές των σπερματοζωαρίων από το stress που προκαλείται λόγω της σταδιακής μείωσης της θερμοκρασίας. Το δείγμα φυλάσσεται σε δοχεία υγρού αζώτου στους -196°C, όπου μπορεί να διατηρηθεί θεωρητικά για απεριόριστο χρονικό διάστημα.
Η κρυοσυντήρηση σπέρματος συνίσταται σε άνδρες που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία/ ακτινοθεραπεία πριν την τεκνοποίηση ή αδυνατούν να συλλέξουν σπέρμα την ημέρα της ωοληψίας (επαγγελματικοί/ ψυχολογικοί λόγοι) ή επιθυμούν να διαφυλάξουν την ικανότητά τους για τεκνοποίηση.
Σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας (απουσία σπερματοζωαρίων από την εκσπερμάτιση), η λήψη των σπερματοζωαρίων απαιτείται να γίνει απευθείας από την επιδιδυμίδα ή τον όρχι. Τα σπερματοζωάρια που απομονώνονται από την επιδιδυμίδα με μικροχειρουργική αναρρόφηση (MESA) ή από τον όρχι με βιοψία (TESΕ) κρυοσυντηρούνται μέχρι να χρησιμοποιηθούν για γονιμοποίηση. Η κρυοσυντήρηση σε αυτές τις περιπτώσεις επιβάλλεται, προκειμένου να μην υποστεί ο σύζυγος εκ νέου υποβολή σε μικροχειρουργική επέμβαση για κάθε νέο κύκλο εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Για την κρυοσυντήρηση σπέρματος/ ορχικού ιστού ο άντρας θα πρέπει προηγουμένως να έχει προσκομίσει στη μονάδα τις απαραίτητες ανοσολογικές εξετάσεις (Ηπατίτιδας B & C, HIV και σύφιλης) προκειμένου το γενετικό του υλικό να αποθηκευτεί στα αντίστοιχα δοχεία για αποφυγή μολύνσεων των δειγμάτων του.
Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση (PGD) & Προεμφυτευτικός Γενετικός Έλεγχος (PGS)
Η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση αφορά τα ζευγάρια που έχουν κίνδυνο να μεταδώσουν συγκεκριμένο κληρονομικό νόσημα στο παιδί τους, όπως η β-μεσογειακή αναιμία, η δρεπανοκυτταρική αναιμία και η κυστική ίνωση.
Η διαδικασία περιλαμβάνει την βιοψία ενός ή δύο κυττάρων από κάθε διαθέσιμο έμβρυο, την 3η ημέρα της καλλιέργειάς τους ή περισσοτέρων κυττάρων από έμβρυο 5ης ή 6ης ημέρας στο στάδιο της βλαστοκύστης. Το δείγμα της βιοψίας αποστέλλεται σε εργαστήριο ιατρικής γενετικής, όπου και εξετάζεται για την ύπαρξη συγκεκριμένων γονιδιακών μεταλλάξεων ή χρωμοσωμικών ανωμαλιών (αριθμητικές και δομικές), έτσι ώστε να μεταφερθούν στο σώμα της γυναίκας μόνο τα υγιή έμβρυα.
Ο προεμφυτευτικός γενετικός έλεγχος συνίσταται σε ζευγάρια με ιστορικό επανειλημμένων αποτυχημένων κύκλων εξωσωματικής γονιμοποίησης ή αποβολών.
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, έμβρυα με φαινομενικά πολύ καλή ποιότητα εμφανίζουν σε υψηλό ποσοστό χρωμοσωμικές ανωμαλίες οδηγώντας σε αποτυχημένες προσπάθειες τεκνοποίησης.
Δωρεά ωαρίων
Ένας από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των περιστατικών υπογονιμότητας στις μέρες μας, είναι η επιλογή των σύγχρονων ζευγαριών να δημιουργήσουν οικογένεια σε προχωρημένες ηλικίες. Δυστυχώς, αυτή η επιλογή, ειδικά για τις γυναίκες, οδηγεί σε μειωμένη ωοθηκική λειτουργία. Αυτό ωστόσο μπορεί να παρατηρηθεί και σε γυναίκες μικρότερης αναπαραγωγικής ηλικίας. Αναπόφευκτα, σε αυτές τις περιπτώσεις, καθώς και σε γυναίκες με πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, η μόνη επιλογή είναι η χρήση δανεικών ωαρίων.
Στη μονάδα του Genetyllis, υπάρχει ένα εδραιωμένο πρόγραμμα δωρεάς ωαρίων σύμφωνα με τις οδηγίες της ελληνικής νομοθεσίας και των ευρωπαϊκών διαταγμάτων. Αναλυτικά ιατρικά ιστορικά λαμβάνονται από όλες τις δότριες, οι οποίες ελέγχονται επίσης και για μεταδιδόμενα νοσήματα που περιλαμβάνουν τους ιούς της Ηπατίτιδας B και C, τον ιό της ανοσοανεπάρκειας HIV και τη σύφιλη (VDRL). Επιπλέον ελέγχονται ως προς την ομάδα αίματός τους, τον παράγοντα Rhesus, και την ύπαρξη στίγματος μεσογειακής αναιμίας. Επιπρόσθετα, όλες οι δότριες ελέγχονται ως προς τον καρυότυπο και την κυστική ίνωση.
Η δωρεά ωαρίων είναι μία διαδικασία ανώνυμη κατά την οποία η δότρια προσφέρει τα ωάριά της στο ζευγάρι που τα χρειάζεται. Τα ωάρια αυτά γονιμοποιούνται με τα σπερματοζωάρια του συντρόφου/συζύγου της λήπτριας. Μετά τη γονιμοποίηση τα έμβρυα μεταφέρονται στη λήπτρια κατόπιν έγγραφης συναίνεσης και των δύο συντρόφων. Η χρήση δανεικών ωαρίων και σπέρματος επιτρέπεται στην Ελλάδα εφόσον οι δότες παραμένουν ανώνυμοι. Η δωρεά δεν επιτρέπεται σε ομοφυλόφιλα ζευγάρια και σε γυναίκες άνω των 50 ετών. Οι δότριες πρέπει να υπογράψουν την αντίστοιχη συναίνεση προκειμένου να υποβληθούν στη διαδικασία της ωοληψίας.
Δωρεά σπέρματος
Η δωρεά σπέρματος αποτελεί τη μόνη διέξοδο στις περιπτώσεις που οι σύγχρονες μέθοδοι αντιμετώπισης της ανδρικής υπογονιμότητας (IUI, ICSI, MESA, TESE) δεν μπόρεσαν να δώσουν λύση στο πρόβλημα.
Οι δότες σπέρματος που προμηθεύεται η μονάδα Genetyllis προέρχονται από πιστοποιημένη τράπεζα κρυοσυντηρημένων δειγμάτων τα οποία έχουν παραμείνει σε καραντίνα τουλάχιστον 6 μήνες, και έχουν ελεγχθεί για τα ακόλουθα:
• Ομάδα αίματος- Rhesus
• Σπερμοδιάγραμμα
• Χρωμοσωμικός έλεγχος (Καρυότυπος)
• Ηπατίτιδα B και C
• HIV
• Ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης για μεσογειακή αναιμία (όποτε κρίνεται απαραίτητο)
• Μυκόπλασμα, Χλαμύδια, CMV, Τοξόπλασμα, κτλ.
• Κυστική ίνωση
Ακολουθεί η διαδικασία της σπερματέγχυσης ή της εξωσωματικής γονιμοποίησης κατόπιν έγγραφης συναίνεσης του ζευγαριού ότι επιθυμεί τη χρήση δότη σπέρματος.
Ο δότης επιλέγεται με βάση την εμφάνιση και την ομάδα αίματός του. Σε περίπτωση εγκυμοσύνης είναι δυνατό να φυλαχθεί δείγμα σπέρματος του ίδιου δότη για μελλοντική χρήση από το ζευγάρι ώστε να εξασφαλιστεί ότι όλα τα τέκνα της οικογένειας που προκύπτουν είναι γενετικά αδέρφια.
Παρένθετη μήτρα
Η παρένθετη μητρότητα (δανεική μήτρα) εφαρμόζεται σε ζευγάρια στα οποία οι γαμέτες είναι φυσιολογικοί αλλά η μήτρα δεν είναι λειτουργική ή η γυναίκα δεν μπορεί να κυοφορήσει για ιατρικούς λόγους.
Η βιολογική μητέρα είναι εκείνη που προσφέρει το ωάριο το οποίο γονιμοποιείται με το σπερματοζωάριο του συντρόφου μέσω εξωσωματικής, ενώ η παρένθετη μητέρα είναι εκείνη η οποία κυοφορεί το έμβρυο για χάρη του ζευγαριού.
Η κυοφορία εμβρύου ενός ζευγαριού από άλλη γυναίκα (παρένθετη) επιτρέπεται κατόπιν δικαστικής άδειας με την προϋπόθεση ότι υπάρχει έγγραφη συναίνεση μεταξύ του ζευγαριού που επιθυμεί την δανεική μήτρα και της γυναίκας που δέχεται να κυοφορήσει (καθώς και του συζύγου της εφόσον είναι παντρεμένη), δηλώνοντας ότι δεν υπάρχει κάποιο οικονομικό αντάλλαγμα.
Οι ενδείξεις για τη χρήση παρένθετης μήτρας είναι οι ακόλουθες:
• Συγγενής απουσία μήτρας (σύνδρομο Mayer-Rokitansky)
• Συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας
• Πολλαπλά ινομυώματα της μήτρας
• Ορισμένες ιατρικές παθήσεις που αντενδείκνυνται για κυοφορία
• Περιπτώσεις πολλαπλών αποβολών
Σπερμοδιάγραμμα
Το σπερμοδιάγραμμα ή ανάλυση σπέρματος περιλαμβάνει μια πλήρη ανάλυση των παραμέτρων του σπέρματος του άνδρα και συνήθως πραγματοποιείται κατά τη διερεύνηση της υπογονιμότητας του ζευγαριού.
Οι παράμετροι που εξετάζονται σε ένα σπερμοδιάγραμμα είναι μόνο ορισμένοι από τους παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα του σπέρματος. Στο εργαστήριο ανδρολογίας του Genetyllis εξετάζονται τα ακόλουθα:
• Η εμφάνιση, η γλοιότητα και η ρευστοποίηση.
• Καταγράφονται τυχόν συγκολλήσεις ή συσσωματώσεις που ενδέχεται να παρεμποδίζουν την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων.
• Αξιολογείται το pH του δείγματος καθώς και η παρουσία άλλων τύπων κυττάρων (στρογγυλά) που σε αυξημένη συγκέντρωση ενδέχεται να είναι ένδειξη μόλυνσης.
• Κατόπιν, γίνεται η ποσοτική εκτίμηση του δείγματος που περιλαμβάνει μετρήσεις του όγκου του δείγματος, τον αριθμό των σπερματοζωαρίων ανά κυβικό εκατοστό, την αξιολόγηση της κινητικότητας καθώς και την εκτίμηση της μορφολογίας των σπερματοζωαρίων.
• Αν κρίνεται απαραίτητο μπορεί να πραγματοποιηθεί και έλεγχος αντισπερματικών αντισωμάτων σε περιπτώσεις που παρατηρούνται συγκολλήσεις.
• Επιπλέον, αν ζητηθεί ή κρίνεται απαραίτητο γίνεται και το τεστ ενεργοποίησης των σπερματοζωαρίων (Percoll test).
• Επίσης όταν ζητείται από το θεράποντα ιατρό πραγματοποιείται και καλλιέργεια του δείγματος για χλαμύδια, αερόβιους και αναερόβιους μικροοργανισμούς και μυκόπλασμα/ ουρεόπλασμα.
Για τη συλλογή του δείγματος μπορείτε να βρείτε πληροφορίες στην ενότητα σπερμοληψία.
Όταν οι παράμετροι του σπέρματος είναι εκτός φυσιολογικών ορίων σύμφωνα με τις νέες τιμές αναφοράς που έχει εκδόσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) τότε το σπέρμα συγκαταλλέγεται σε διάφορες κατηγορίες, όπως: ασπερμία, υποσπερμία, αζωοσπερμία, ολιγοζωοσπερμία, ασθενοζωοσπερμία, και τερατοζωοσπερμία, αλλά και συνδυασμός αυτών των περιπτώσεων.
Εξέταση Τραχηλικής Βλέννης
Η τραχηλική βλέννη παράγεται, κατά κύριο λόγο, από τα επιθηλιακά κύτταρα του τραχήλου της μήτρας. Αποτελείται κατά 90% από νερό και η έκκρισή της ρυθμίζεται από ορμόνες, που παράγονται στις ωοθήκες. Τα χαρακτηριστικά της (ποσότητα, χρώμα, ρευστότητα) μεταβάλλονται κατά τη διάρκεια του εμμηνορυσιακού κύκλου.
Κατά το πρώτο μισό, όταν η ορμονική δραστηριότητα των ωοθηκών είναι χαμηλή, η τραχηλική βλέννη είναι παχύρρευστη και ελάχιστη σε ποσότητα.
Λίγες μέρες πριν την ωορρηξία, όταν η παραγωγή των οιστρογόνων είναι αυξημένη, η τραχηλική βλέννη γίνεται λεπτόρρευστη και εκκρίνεται σε μεγάλες ποσότητες.
Σε αυτό το στάδιο, τα σπερματοζωάρια μπορούν να διαπεράσουν την τραχηλική βλέννη, προκειμένου να εισέλθουν στη μήτρα.
Η τυπική εξέταση της τραχηλικής βλέννης περιλαμβάνει εκτίμηση:
1. όγκου (>0,3ml)
2. ρευστότητας (λεπτόρρευστη, υδαρής)
3. μοτίβου κρυσταλλοποίησης (Ferning) (3ου ή 4ου βαθμού)
4. εκτασιμότητας (>9cm)
5. καθαρότητας (απουσία λευκοκυττάρων και κυτταρικών υπολειμμάτων)
6. pH (7,0 – 8,5)
Η ποιότητα της τραχηλικής βλέννης επηρεάζει τη βιωσιμότητα των σπερματοζωαρίων και την ικανότητά τους για γονιμοποίηση.
Sims-Huhner Test
Η εξέταση περιλαμβάνει τη μικροσκοπική παρατήρηση της κινητικότητας των σπερματοζωαρίων μέσα στην τραχηλική βλέννη, μετά από σεξουαλική επαφή. Η εξέταση προγραμματίζεται πολύ κοντά στην ωορρηξία.
Το ζευγάρι θα πρέπει να ακολουθήσει τις παρακάτω οδηγίες πριν την ημέρα της εξέτασης:
1. Αποχή από κάθε σεξουαλική επαφή 2 ημέρες πριν το test.
2. Η σεξουαλική επαφή θα πρέπει να πραγματοποιηθεί το προηγούμενο βράδυ της ημέρας εξέτασης.
3. Απαγορεύεται η χρήση λιπαντικών ή άλλων ουσιών κατά τη σεξουαλική επαφή, καθώς μπορεί να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της εξέτασης.
4. Μετά τη σεξουαλική επαφή επιτρέπεται ένα σύντομο ντους αλλά χωρίς τη χρήση αντισηπτικών προϊόντων ή σαπουνιού.